Μετά τον πόλεμο η Γερμανία χρειαζόταν να ιδρύσει μια νέα κοινωνία. Δεν ήθελαν να αφή- σουν το έργο της δημιουργίας των βασικών συνθηκών για αυτήν την κοινωνία στα χέρια των πολιτικών. Αντίθετα, μια τέτοια δημιουργία ήταν ευθύνη όλων εκείνων που δημιούργησαν την «καθημερινή κουλτούρα», αλλά των οποίων η δουλειά μέχρι τώρα θεωρούνταν κατώτερη από την «ανώτερη κουλτούρα». Mετά το 1945, οι Γερμανοί δεν μπορούσαν πλέον να βασίζουν τις πεποιθήσεις τους στην προσκόλληση στις πολιτιστικές παραδόσεις, ούτε να αποκατα- στήσουν τις κοινωνικές ιεραρχίες που ίσχυαν μέχρι το 1933. Αντίθετα, οι Γερμανοί έπρεπε να εμπιστευτούν τον εαυτό τους για να διαμορφώ- σουν το δικό τους μέλλον, συμβιβαζόμενοι με την αβεβαιότητα και τολμώντας να δημιουρ- γήσουν κάτι νέο. Οι Ulmers πίστευαν ότι, για παράδειγμα, οι πολεοδόμοι και οι αρχιτέκτονες ήταν υπεύθυ- νοι για να διασφαλίσουν ότι τα βομβαρδισμένα κέντρα των πόλεων του Ύστερου Μεσαίωνα δεν θα αποκατασταθούν με σκοπό την οικοδόμηση ενός ιστορικού σκηνικού. Αντίθετα, θα πρέπει να ασχοληθούν με την κατασκευή διαμερισμά- των σε προσιτές τιμές με προκατασκευασμένα στοιχεία (εικ. 08-10) για να παρέχουν σύγχρονες εναλλακτικές λύσεις για τις μελλοντικές απαι- τήσεις μιας ζωής στην πόλη που χαρακτηρίζε- ται από τεχνολογία. Πίστευαν ότι τα αισθητικά κριτήρια για την αξιολόγηση της όπερας, του θεάτρου, της ποίησης και της ζωγραφικής δεν μπορούσαν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της μαζικής επικοινωνίας και της μαζικής παραγω- γής για τις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες. Η Ulm καθιέρωσε έναν στόχο ανθρώπινου σχεδιασμού για τον υλικό πολιτισμό, ο οποίος δεν μιμούνταν ούτε πολιτιστικές ούτε τεχνι- κές παραδόσεις, αλλά μάλλον προοριζόταν να αναπτυχθεί από τις δικές του συνθήκες. Aνθρώπινος σχεδιασμός ήταν κάθε σχέδιο που δεν κατακλύζονταν συναισθηματικά - μια αντίδραση στη στημένη βία των ναζιστικών πορειών και παρελάσεων με λαμπαδηδρο- μίες που είχαν αιχμαλωτίσει τόσους πολλούς ανθρώπους και είχαν εξευτελίσει το άτομο σε ένα ανταλλάξιμο, ανούσιο μέρος ενός υπεραν- θρώπινου συνόλου. Ο σχεδιασμός ήταν ανθρώ- πινος όταν ενημέρωνε αντικειμενικά και έπειθε με τα δικά του επιχειρήματα. Η εκπαιδευτική θεωρία του HfG ήταν όχι μόνο να εκπαιδεύσει τους μαθητές να γίνουν σχε- διαστές, αλλά να ενισχύσει και να βελτιώσει την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους μέσω ευρείας γκάμας ιδεών σχετικά με τις φιλελεύ- θερες τέχνες και την κοινωνιολογία. Το τελευ- ταίο πράγμα που σκόπευε να αποδειχθεί μια εκπαίδευση HfG ήταν ένας εξαιρετικά εξειδι- κευμένος ειδικός χωρίς ορίζοντα και χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον για τα μικρά και μεγάλα προβλήματα του κόσμου. Στο HfG, η κοινωνική ευθύνη του σχεδιαστή για τα προϊό- ντα που είχε διαμορφώσει και για τους ανθρώ- πους που έπρεπε να τα χρησιμοποιήσουν ήταν κεντρική (Spitz, 2002, σ. 22). H Ulm έκρινε την κοινωνική ευθύνη ενός σχε- διαστή από το αν ο σχεδιαστής κατάφερε να συνεισφέρει στην πολιτιστική ανταπόκριση στον τεχνολογικό πολιτισμό. Τα επιμέρους τμήματα του σχολείου ήταν διευθετημένα σε οι ακόλουθες τέσσερις ομάδες: «Πληροφο- ρίες», που περιελάμβαναν τη μελέτη και ανά- λυση λογοτεχνικών μέσων· «Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία», «Εικαστικός Σχεδιασμός», που κάλυπτε διδασκαλία σε ταινίες, φωτογραφία και γραφικά· και «Μορφή προϊόντος», η οποία περιλάμβανε το βιομηχανικό σχέδιο καθημερι- νών οικιακών αντικειμένων, επίπλων και βιομη- χανικού εξοπλισμού (εικ. 05). Με αυτό το όραμα της σχεδιαστικής εκπαίδευ- σης η Ulm HfG το 1955 βαφτίστηκε ως το «New Bauhaus» για τη Δ. Γερμανία. Το Ινστιτούτο Ulm ήταν αρχικά αφιερωμένο στη γεφύρωση της μεταπολεμικής τέχνης και βιομηχανίας, λει- τουργώντας ως αυτό που ένας παρατηρητής αποκάλεσε νέος «μεσολαβητής μεταξύ Kultur και Zivilization». To 1957 ιδρύθηκαν ή σχεδιάστηκαν τρία ινστι- τούτα: σχεδιασμός προϊόντων, οπτική επι- κοινωνία και βιομηχανικό κτίριο. Σε αυτά τα ινστιτούτα, όλοι οι διδάσκοντες είχαν το δικαί- ωμα να ιδρύσουν τις δικές τους αναπτυξιακές ομάδες. Ο Aicher ηγήθηκε του θρυλικού πλέον γκρουπ E5. (εικ. 06-07) Στο HfG, πραγματοποιήθηκαν πειράματα για την αναδιάταξη των σχέσεων μεταξύ της έρευ- νας, της ανάλυσης, της εξαγωγής συμπερασμά- των, της σύλληψης και του σχεδιασμού. Αυτή η αναδιάταξη θα επέτρεπε στη συνέχεια στις πρακτικές στις ομάδες ανάπτυξης να ερμηνευ- τούν ως λιγότερες μεταβάσεις σε «έρευνα που βασίζεται στην πρακτική», «έρευνα με βάση το έργο» ή «έρευνα μέσω σχεδιασμού». Ο Aicher όρισε το σχέδιο ως μια δραστηριότητα της οποίας ο στόχος ήταν συγκεκριμένα η υλο- ποίηση ιδεών. Για παράδειγμα, τα ολυμπιακά σύμβολα του Aicher, απλές γραμμές και κύκλοι, αποτέλεσαν προηγούμενο για τη δημιουργία συμβόλων ευρέως διαδεδομένων σε όλο τον κόσμο (Eskilson, 2007, σ. 299). Tο HfG επαναπροσδιόρισε το ρόλο του εργα- στηρίου στο σχεδιασμό μέσω πρακτικών πει- ραμάτων. Η Ulm ιδρύθηκε στην επιθυμία να δημιουργήσει την oυτοπία μιας καλύτερης κοινωνίας, ένα βήμα τη φορά. Βασίστηκε στην πεποίθηση ότι το μέλλον μπορεί να σχεδιαστεί.